Νέες θεραπείες, τεχνητή νοημοσύνη και μεσογειακή διατροφή στο επίκεντρο της συνέντευξης του Ιεραπετρίτη επιστήμονα
Ο δρ. Αναστάσιος Περάκης, διευθυντής του Τμήματος Βιοχημείας στο Ολλανδικό Ινστιτούτο για τον Καρκίνο και με καταγωγή από το Κάτω Χωριό Ιεράπετρας, φιλοξενήθηκε στην πρωινή εκπομπή του Ηχώ 99,8 και μίλησε για τις σύγχρονες εξελίξεις στην ογκολογία, τη σημασία της πρόληψης και τον ρόλο της έρευνας.
Ακούστε παρακάτω τον δρ. Αναστάσιος Περάκη
Από την αρχή της συζήτησης ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει «ο» καρκίνος, αλλά «οι» καρκίνοι. Πρόκειται για πολλές και διαφορετικές ασθένειες, με εντελώς άλλη πρόγνωση και θεραπευτική προσέγγιση η καθεμία. Όπως τόνισε, αρκετές μορφές καρκίνου σήμερα αντιμετωπίζονται πλέον ως χρόνιες παθήσεις, όπως ο διαβήτης ή τα καρδιολογικά νοσήματα που πριν από λίγες δεκαετίες ήταν σχεδόν καταδικαστικά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο καρκίνος του μαστού: «Μία στις οκτώ γυναίκες θα νοσήσει κάποια στιγμή, αλλά η δεκαετής επιβίωση ξεπερνά το 90% και σε ορισμένες μορφές αγγίζει το 98%», σημείωσε, επισημαίνοντας τη συμβολή της έγκαιρης διάγνωσης.
Αντίστοιχα, πολύ υψηλά ποσοστά ίασης καταγράφονται και στον καρκίνο του προστάτη, ενώ σημαντική βελτίωση υπάρχει και σε δύσκολες εντοπίσεις, όπως ο πνεύμονας και –ακόμη και– το πάγκρεας, όπου πλέον βλέπουμε ασθενείς να ζουν πάνω από πέντε χρόνια.
Το μεγάλο «άλμα» των τελευταίων ετών είναι η ανοσοθεραπεία. Μέχρι πρόσφατα, η βασική στρατηγική ήταν χειρουργείο και βαριά χημειοθεραπεία. Σήμερα, για πολλούς καρκίνους εφαρμόζεται πρώτα ανοσοθεραπεία –που ενεργοποιεί το ανοσοποιητικό να αναγνωρίσει και να επιτεθεί στα καρκινικά κύτταρα– και στη συνέχεια ένα πιο στοχευμένο χειρουργείο, πολλές φορές με ηπιότερη ή και καθόλου χημειοθεραπεία.
Η ανοσοθεραπεία, όπως εξήγησε, είναι συνήθως καλύτερα ανεκτή από τους ασθενείς, σωματικά και ψυχολογικά. Ο δρ. Περάκης στάθηκε ιδιαίτερα και στους παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.
Το κάπνισμα παραμένει ο σημαντικότερος παράγοντας για καρκίνο του πνεύμονα, του λάρυγγα και του οισοφάγου – ενώ εξίσου επιβαρυντικό θεωρεί και το άτμισμα, για το οποίο εκτίμησε ότι θα αποδειχθεί τουλάχιστον το ίδιο επικίνδυνο.
Η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή, η υπερβολική κατανάλωση επεξεργασμένων τροφών, η έκθεση σε φυτοφάρμακα και σε καρκινογόνες ουσίες, όπως ο αμίαντος, δημιουργούν στο σώμα χρόνια φλεγμονή.
Αυτή η μόνιμη φλεγμονώδης κατάσταση «μπερδεύει» το ανοσοποιητικό, το κρατά συνεχώς απασχολημένο και το εμποδίζει να «σβήσει» τα πρώτα καρκινικά κύτταρα όταν εμφανίζονται. Η καλύτερη «αντιφλεγμονώδης» στρατηγική, όπως τόνισε, δεν είναι κάποια μόδα διατροφής, αλλά η παραδοσιακή κρητική–μεσογειακή διατροφή: λιγότερο κρέας, περισσότερο ελαιόλαδο, όσπρια, χόρτα, φρούτα και λαχανικά, σε συνδυασμό με σωματική δραστηριότητα και διατήρηση φυσιολογικού βάρους. «Όποιος τρώει όπως έτρωγε ο παππούς του στο χωριό, είναι σε πολύ καλό δρόμο», σχολίασε χαρακτηριστικά, ασκώντας κριτική σε ακραίες δίαιτες, όπως η κετογονική, που μακροπρόθεσμα δημιουργούν άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας.
Αναφερόμενος στα παιδικά περιστατικά καρκίνου, διευκρίνισε ότι, τουλάχιστον στην Ολλανδία, δεν υπάρχει αύξηση στη συχνότητα των διαγνώσεων τα τελευταία 20 χρόνια, αλλά εντυπωσιακή βελτίωση στην επιβίωση.
Γι’ αυτό και βλέπουμε περισσότερα παιδιά να νοσηλεύονται για μεγαλύτερο διάστημα: επειδή πλέον ζουν και χρειάζονται μακροχρόνια παρακολούθηση. Στο δεύτερο μέρος της συνέντευξης ο δρ. Περάκης μίλησε για τον ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης στην έρευνα για τον καρκίνο.
Σήμερα, όπως εξήγησε, η ΑΙ δεν αντικαθιστά τον γιατρό, αλλά βοηθά δραστικά στο να σχεδιάζονται πιο ασφαλή και αποτελεσματικά φάρμακα: επιταχύνει την «εξανθρώπιση» των αντισωμάτων και προβλέπει με μεγάλη ακρίβεια ποια μόρια είναι πιθανό να είναι τοξικά, αυξάνοντας την επιτυχία των κλινικών δοκιμών.
Στην Ολλανδία, μόνο για την εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης στην ογκολογία επενδύονται περίπου 70 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Συγκρίνοντας την κατάσταση της έρευνας στην Ελλάδα, εμφανίστηκε κριτικός: παρά τις εξαιρετικές δυνατότητες των Ινστιτούτων της Κρήτης, η βασική έρευνα δεν στηρίζεται επαρκώς, οι πόροι είναι λίγοι και πολλοί νέοι επιστήμονες αναγκάζονται να φύγουν στο εξωτερικό. «Για να έχουμε εφαρμοσμένη έρευνα και νέες θεραπείες, χρειαζόμαστε πρώτα ισχυρή βασική έρευνα», υπογράμμισε. Κλείνοντας, έστειλε ένα μήνυμα αισιοδοξίας αλλά και ευθύνης: «Λύσεις βρίσκουμε, και μάλιστα πολλές.
Βλέπουμε πια ανθρώπους με καρκίνο να ζουν 15 και 20 χρόνια, γι’ αυτό και μας φαίνεται ότι “όλοι γύρω μας έχουν καρκίνο” – γιατί ευτυχώς δεν πεθαίνουν μέσα σε δύο χρόνια όπως παλιά. Από την πλευρά μας, ως ερευνητές, θα συνεχίσουμε. Από την πλευρά των πολιτών, τα πιο ισχυρά “φάρμακα” που έχουμε στα χέρια μας είναι η πρόληψη, η διακοπή του καπνίσματος, το υγιές βάρος, η μεσογειακή διατροφή και ο τακτικός έλεγχος, εκεί που χρειάζεται».